ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ ΜΕΛΟΥΡΓΟΙ (14ος-20ός αι.) / ATHONITE CHANT COMPOSERS (14th-20th c.)

Κυριακή 10 Μαρτίου 2024

Ιωάννης Κουκουζέλης (1270-1341 περ.) / Ioannes Koukouzeles (1270-ca 1341)


Ιωάννης Κουκουζέλης 
(περ. 1280- το αργότερο 1341). 

Ψάλτης, συνθέτης, υμνογράφος και αναθεωρητής του βυζαντινού μέλους. Παραδοσιακά γνωστός ως «μαΐστωρ», η «δεύτερη πηγή της ελληνικής μουσικής» (η πρώτη θεωρείται ο Ιωάννης Δαμασκηνός, 8ος αιώνας), ήταν ένας από τους πιο επιφανείς βυζαντινούς μελουργούς κατά τη διάρκεια της δυναστείας των Παλαιολόγων (1261–1453). Η Εκκλησία μάλιστα τον τίμησε ως άγιο, την 1η Οκτωβρίου μαζί με τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, και η τιμία κάρα του αποθησαυρίζεται στη Μεγίστη Λαύρα. Η φήμη του καθόρισε και επηρέασε όλη τη μετέπειτα βυζαντινή μουσική, σε τέτοιο βαθμό ώστε το προσωνύμιο «Κουκουζέλης» να δοθεί σε εξέχουσες μορφές ψαλτών και μελουργών που διακρίθηκαν για την καλλιφωνία και τη μουσικότητά τους.

1. Βίος

Ο Κουκουζέλης έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β΄ Παλαιολόγου (1282–1328) και του διαδόχου του, στα πρώιμα χρόνια της παλαιολόγειας εποχής, περίοδο των Ησυχαστών και της άνθησης των γραμμάτων και τεχνών. Τα στοιχεία σε χειρόγραφα βυζαντινής μουσικής υποδηλώνουν ότι η μουσική του σταδιοδρομία είχε εδραιωθεί περίπου το 1300, και στα μέσα του 14ου αιώνα θεωρούνταν ο σημαντικότερος βυζαντινός συνθέτης. Με βάση τη μελέτη των χειρογράφων, την ωριμότητα των συνθέσεων και τον τρόπο που αποκαλείται σε αυτά, ο Γρ. Στάθης τοποθετεί τη γέννησή του στη δεκαετία του 1270.
Πολλά από όσα είναι γνωστά για τη ζωή του Κουκουζέλη περιέχονται σε μια σύντομη βιογραφία του, τα παλαιότερα σωζόμενα αντίγραφα του οποίου χρονολογούνται από τον 16ο αιώνα. Σύμφωνα με αυτό το κείμενο γεννήθηκε στο Δυρράχιο, αλλά μετακόμισε στην Κωνσταντινούπολη όταν ήταν ακόμη παιδί για να παρακολουθήσει το αυτοκρατορικό σχολείο ως προστατευόμενος του αυτοκράτορα. Η άποψη του βιογράφου ότι η μητέρα του φαίνεται να ήταν βουλγαρικής καταγωγής είναι επισφαλής καθότι στηρίζεται στο επιχείρημα ότι ο Κουκουζέλης έγραψε έναν Πολυέλεο, τιτλοφορούμενο Βουλγάρα, ενθυμούμενος μοιρολόι της μητέρας του στα βουλγάρικα (η χρήση εθνικών επιθέτων για χαρακτηρισμό μελών δεν ήταν κάτι πρωτότυπο: συναντάμε μέλη με την προσωνυμία περσικό, τατάρικο κ.ά.). Ωστόσο, νεότερες έρευνες, καταλήγουν ότι ο Κουκουζέλης δεν έγραψε πολυέλεο με την επωνυμία Βουλγάρα. Ο πολυέλεος που αργότερα έφερε το όνομά του βρίσκεται σε χειρόγραφα του 14ου, 15ου και 16ου αιώνα ως σύνθεση του Ιωάννη Γλυκή, ενώ, πολύ αργότερα, μετά ακόμα και από τη συγγραφή του Βίου του Κουκουζέλη, αποδόθηκε ο πολυέλεος αυτός, με την προσωνυμία Βουλγάρα, στον Κουκουζέλη. Επίσης και άλλοι μελουργοί, όπως οι Ιωάννης Κλαδάς, Αργυρόπουλος κ.ά. συνέθεσαν έργα με τίτλο Βουλγάρα. Εκτός αυτού όμως, συχνά θεωρείται ότι ο όρος δεν έφερε εθνική έννοια, αλλά σχετίζεται με τη λέξη vulgus, που σημαίνει ότι αφορά τον απλό λαό, ή το ευρύ κοινό.
Σχετικά με τον πατέρα του τίποτα δεν είναι γνωστό, αν και μερικά μουσικά χειρόγραφα αναφέρουν ότι το πραγματικό επώνυμο του Κουκουζέλη ήταν «Παπαδόπουλος», δηλαδή «γιος ιερέα». Ο βίος σημειώνει ότι το προσωνύμιο «Κουκουζέλης» δεν ήταν το αληθινό όνομα του συνθέτη, αλλά ότι του το έδωσαν οι συμμαθητές του στο αυτοκρατορικό σχολείο ως συνδυασμό των λέξεων «κουκιά» και «ζέλια» (λάχανα). Ωστόσο η ετυμολογία που μας παρέχει ο βίος επιδέχεται αμφισβήτηση, με τον καθηγητή Γρ. Θ. Στάθη να προτείνει προέλευση από το επώνυμο Κουκούτζι.

Ο Κουκουζέλης έγινε γνωστός στην αυτοκρατορική αυλή για την εξαιρετική φωνή του, αλλά στο απόγειο της φήμης του ως ψάλτης έφυγε από την Κωνσταντινούπολη για να εισέλθει στη Μεγίστη Λαύρα του Αγίου Όρους. Αν και έψελνε στις ακολουθίες του καθολικού της μονής κατά τις Κυριακές και εορτές, ζούσε έξω από τα τείχη σε ένα μικρό κελλί, των Αρχαγγέλων, που είχε φτιάξει ο ίδιος. Η περιγραφή της περιόδου του βίου του Κουκουζέλη στο Άγιο Όρος υποδηλώνει ότι επηρεάστηκε από τον ησυχασμό. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι έφυγε ποτέ από το Άγιο Όρος (ούτως ή άλλως η κάρα του βρίσκεται και τιμάται στη Μεγίστη Λαύρα μέχρι τις μέρες μας).

Στον βίο του σημειώνεται ότι έφυγε από τα ανάκτορα κρυφά, γιατί ποθούσε να ακολουθήσει τον μοναχισμό και όταν παρουσιάστηκε στη Μεγίστη Λαύρα, έκρυψε την ιδιότητά του για να αποφύγει τον θαυμασμό και την τιμή. Εκεί έλαβε ως διακόνημα να ποιμαίνει τους τράγους της μονής, οι οποίοι, όταν έψαλλε, σταματούσαν να βοσκούν, γεγονός που το παρατήρησε ένας 
άλλος μοναχός και το αποκάλυψε στον ηγούμενο με αποτέλεσμα να φανερωθεί το ταλέντο του. Έτσι, τον καλούν να ψέλνει στη μονή, όπου και κατά τη διάρκεια της αγρυπνίας του Ακαθίστου έψαλε τους κανόνες της Θεοτόκου με τέτοιον τρόπο που έλαβε και την 
επιδοκιμασία της Παναγίας, η οποία του εμφανίστηκε κατ᾽ όναρ, όταν για λίγο τον πήρε ο ύπνος, και του χάρισε ένα χρυσό νόμισμα. Εις ανάμνηση του γεγονότος αυτού υπάρχει στη Λαύρα και παρεκκλήσιο επονομαζόμενο «Παναγία η Κουκουζέλισσα».

Μεγίστη Λαύρα, παρεκκλήσιο «Παναγία η Κουκουζέλισσα»


Ως έτος πέραν του οποίου δεν πρέπει να ζούσε ορίζεται το 1341, καθότι στο χειρόγραφο της Εθνικής Βιβλιοθήκης Αθηνών ΕΒΕ 884 σημειώνεται στον κολοφώνα του «ἐξ ἀντιγράφου πάνυ διωρθωμένου ὄντως κἀκείνου τοῦ πάλαι Κουκουζέλη», όπου το «πάλαι» δεν σημαίνει απαραίτητα ότι έζησε πολύ παλαιότερα από το έτος αυτό.

2. Έργα

Το έργο του Ιωάννη Κουκουζέλη, μεγάλο σε όγκο και σπουδαιότητα, έχει σημαδέψει την εξέλιξη της εκκλησιαστικής μουσικής, στη θεωρία και στην πράξη, σε όλα τα μετέπειτα κι ώς τα νεότερα χρόνια. Η παρουσία του στα χειρόγραφα, ιδίως στα παλαιότερα, είναι καθολική. Συστηματοποίησε παλαιότερες συλλογές με μέλη των ακολουθιών και διόρθωσε μέλη του Ειρμολογίου και Στιχηραρίου. Συνέθεσε μέλη για τις ακολουθίες του εκκλησιαστικού νυχθημέρου (Εσπερινού, Όρθρου και θείας Λειτουργίας), μέλη του Οικηματαρίου (δηλ. με κείμενο τους οίκους του Ακαθίστου Ύμνου), καλοφωνικές συνθέσεις στα στιχηρά ιδιόμελα και αναγραμματισμούς και αναποδισμούς από αυτά και του Κρατηματαρίου (δηλ. συνθέσεις με κείμενο άσημες συλλαβές π.χ. Τενενά, τορορόν, τεριρέμ κ.ά.).

Ειρμολόγιο, κώδ. RNB gr. 121, f. 1r (1302) • Αρχική προέλευση;
Μονή Αγίου Παντελεήμονος Αγίου Όρους
Ο Oliver Strunk θεωρεί ότι ο Κουκουζέλης πολύ πιθανόν να αναθεώρησε το παραδοσιακό βυζαντινό Ειρμολόγιο και Στιχαράριο. Τα δύο παλαιότερα ειρμολόγια με αναφορές στο όνομά του, της Εθνικής Ρωσικής Βιβλιοθήκης Πετρούπολης κώδ. RNB gr.121 και του Σινά Sinaiticus gr.1256, αντιγράφηκαν το 1302 και το 1309 αντίστοιχα, και ένα Στιχηράριο που χρονολογείται από το 1341, της Εθνικής Βιβλιοθήκης Αθηνών ΕΒΕ 884,  με τη σημείωση «ἐξ ἀντιγράφου πάνυ διωρθωμένου ὄντος κἀκείνου τοῦ πάλαι Κουκουζέλη». Η σύγκριση του παραδοσιακού Στιχηραρίου από τον Jørgen Raasted με την αναθεωρημένη εκδοχή του Κουκουζέλη έδειξε ότι οι αρχικές ασυμφωνίες μεταξύ μέλους και εκφοράς του κειμένου έχουν εξαλειφθεί. Ορισμένα μέλη του ρεπερτορίου έχουν μεταφερθεί σε υψηλότερες βάσεις και οι μεταβάσεις μεταξύ των μελωδικών γραμμών (θέσεων) αντιμετωπίζονται πιο ομοιόμορφα. Η γενική εντύπωση πάντως είναι ότι ο Κουκουζέλης έμεινε πιστός στην παλαιότερη παράδοση.

Έζησε σε μια εποχή που η μουσική έφτασε στο απόγειο της «Μεγάλης Τέχνης». Το ύφος έγινε μελισματικό και εκεί αναπτύχθηκε ένας νέος τρόπος σύνθεσης μέλους που ονομάζεται καλοφωνικό με μακροσκελείς συνθέσεις. Τα ποιητικά κείμενα αυτών των συνθέσεων ήταν γραμμένα είτε από τους ίδιους τους συνθέτες είτε από άλλους ποιητές. Οι επονομαζόμενοι αναγραμματισμοί είναι μακροσκελή τμήματα, στα οποία, αποσπάσματα από το ποιητικό κείμενο του αρχικού ύμνου έχουν επαναδιατυπωθεί με παρεμβολές νέων προτάσεων ή επαναλήψεις που συνδέονται με τις λέξεις λέγε και πάλι, ή ακόμα και με προσθήκη ενός εντελώς νέου ποιητικού κειμένου. Τότε εμφανίστηκαν και τα Κρατήματα, τα οποία αποτελούνταν από ελεύθερες συνθέσεις σε διάφορες συλλαβές που δεν έχουν νόημα, όπως  τεριρέμ, νενενά και άλλες.
 
Παπαδική, κώδ. ΕΒΕ 2458, f. 11r (1336)
Το 1336 μας παραδόθηκε η αρχαιότερη Παπαδική που έχει σαν τίτλο: «Ἀκολουθίαι συντεθειμέναι παρά τοῦ μαΐστορος κυροῦ Ἰωάννου τοῦ Κουκουζέλη, ἀπ᾽ ἀρχῆς τοῦ Μεγάλου Ἑσπερινοῦ μέχρι καί τῆς συμπληρώσεως τῆς θείας Λειτουργίας» (κώδ. ΕΒΕ 2458). Αυτός ο κώδικας είναι ο δεύτερος που αναφέρει τον Κουκουζέλη ως μαΐστορα, ενώ ο πρώτος είναι του έτους 1332 σε Ειρμολόγιο του Σινά (Sinaiticus 1257).
Εξίσου ενδιαφέρον έχουν άλλοι δύο παλαιότεροι κώδικες, τους οποίους φαίνεται να υπογράφει ο ίδιος ο Κουκουζέλης. Πρόκειται για τον Sinaiticus 1256 έτους 1309 και τον κώδ. RNB gr.121 της Πετρούπολης, του έτους 1302, εξίσου προερχόμενος από το Σινά. Στον κώδ. Sinaiticus 1256 183r γράφει συγκεκριμένα: «τέλος, τέλος δόξα τῷ Θεῷ ἀμήν. † Χείρ Ἰωάννου Παπαδοπούλου τοῦ Κουκουζέλη». Την ίδια υπογραφή φέρει και ο άλλος κώδικας της Πετρούπολης. Από τον τρόπο που παρουσιάζει τα μέλη του, φαίνεται ότι ο Κουκουζέλης πρέπει να ήταν ήδη ώριμος στην ηλικία και τέλειος γνώστης της Ψαλτικής Τέχνης. Έτσι, λογικά, μπορεί να προσδιοριστεί η γέννησή του στη δεκαετία του 1270 περίπου.

Πέραν από μελουργός καταξιώθηκε στην ιστορία της ανατολικής μουσικής και ως μέγας διδάσκαλος. Καθοριστικό ρόλο έπαιξαν τα θεωρητικά του έργα, με τα οποία κωδικοποίησε την ψαλτική τέχνη της εποχής του. Πρόκειται για το «Μέγα Ἴσον» μια μέθοδο των θέσεων, τη «μέθοδο της καλοφωνίας» για τη Μέθοδο κρατημάτων, τον Τροχό και το Δένδρο της Παραλλαγής («η Σοφωτάτη Παραλλαγή», δηλ. το σύστημα εναλλαγής των πενταχόρδων και της οκτωηχίας).

Ειδικότερα, το διδακτικό μέλος «Ἴσον, Ὀλίγον, Ὀξεία», γνωστό ως Τό Μέγα Ἴσον περιλαμβάνεται σε πολλά χειρόγραφα ακολουθιών, ως μέρος της Παπαδικής. Παρέχει μια μελωδική αποτύπωση του βυζαντινών νευμάτων και παραδοσιακών μουσικών τύπων (θέσεων) που αναπαριστώνται στη σημειογραφία και κατονομάζονται στο κείμενο. Το «Ἴσον, Ὀλίγον, Ὀξεία» βασίζεται σε ένα παρόμοιο έργο του Ιωάννη Γλυκύ, μεγαλύτερος σε ηλικία, σύγχρονος και διδάσκαλος του Κουκουζέλη. Ωστόσο η εκδοχή του Κουκουζέλη έτυχε μεγαλύτερης διάδοσης καθότι την εξέδωσε ο ίδιος στην Παπαδική και αυτήν ανέτγραψαν οι κωδικογράφοι και την κατέστησαν ευρύτερα γνωστή. Συχνά περιλαμβάνονται επίσης στις Παπαδικές και ένας τύπος διαγραμμάτων, που αποδίδονται στον Κουκουζέλη, και αναπαριστούν με εποπτικό τρόπο τις βυζαντινές κλίμακες και τρόπους. Τα σχήματα αυτά ονομάζονται «Τροχός» και απεικονίζουν τα πιο συχνά τετράχορδα που χρησιμοποιούνταν.

Τέλος αξιοσημείωτη είναι και η υμνογραφική του δημιουργία σε δεκαπεντασύλλαβους στίχους, με περισσότερα από σαράντα ποιήματα (κατανυκτικά, θεοτοκία).

3. Εικονογραφία, βλ. εδώ.

4. Εργογραφία

Γεύασασθε και ίδετε..., Κοινωνικό στη θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, ήχος πλ. α´
5. Βιβλιογραφία
• Karastoyanov Bozhidar, Große Ison – Tò Μέγα „Ισον“ vom Ioannes Koukouzelis in der Redaktion des 19. Jahrhunderts. Wien, 2007
• Strunk O., «Melody Construction in Byzantine Chant», Congrès d’études byzantines XII: Ohrid 1961, 365–73 
Thibaut J. «Étude de musique byzantine: La notation de Koukouzélès», ИРАИК 6 (1900), p. 361-390. Sofia 1900
• Williams E.V., John Koukouzeles’ Reform of Byzantine Chanting for Great Vespers in the Fourteenth Century (diss., Yale U., 1968) 

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2020

Θεοφάνης Βατοπαιδινός (γεν. 1977), Την μητέρα σου προσάγει σοι / Theophanes of Vatopedi monastery (born 1977), Your Mother is Led to You

Θεοφάνης Βατοπαιδινός (γεν. 1977), 
Την μητέρα σου προσάγει σοι, ήχος α´
Θεοτοκίον
Ψάλλει ο βυζαντινός χορός «Τρόπος», χοράρχης: Κωνσταντίνος Αγγελίδης
Από το CD: Η Αθωνίτισσα Θεοτόκος. Αθήνα 2009


Theophanes of Vatopedi monastery (born 1977), 
Your Mother is Led to You, First Tone
Theotokion
Chanting: The Byzantine Choir "Tropos", Choir Master: Constantinos Angelidis
From the CD: The Theotokos of Athos. Athens 2009

 

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2020

Δοσίθεος Κατουνακιώτης (1912-1991), Το απ᾽ αιώνος μυστήριον / Dositheos Katounakiotis (1912-1991), The Mystery from All Ages

Δοσίθεος Κατουνακιώτης (1912-1991), 
Το απ᾽ αιώνος μυστήριον, ήχος β´
Δοξαστικό των αίνων της εορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου
Ψάλλει ο βυζαντινός χορός «Τρόπος», χοράρχης: Κωνσταντίνος Αγγελίδης
Από το CD: Η Αθωνίτισσα Θεοτόκος. Αθήνα 2009

Dositheos Katounakiotis (1912-1991), 
The Mystery from All Ages, Second Tone
Doxastikon of the Praises of the feast of Theotokos' Annunciation
Chanting: The Byzantine Choir "Tropos", Choir Master: Constantinos Angelidis
From the CD: The Theotokos of Athos. Athens 2009

Ιωάσαφ Διονυσιάτης (†1866), Εν τη γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας / Joasaph of Dionysiou monastery (†1866), In Giving Birth, You Preserved Your Virginity

Ιωάσαφ Διονυσιάτης (†1866), 
Εν τη γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας, ήχος α´
Απολυτίκιο της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ψαλλόμενο ως μάθημα.
Ψάλλει ο βυζαντινός χορός «Τρόπος», χοράρχης: Κωνσταντίνος Αγγελίδης
Από το CD: Η Αθωνίτισσα Θεοτόκος. Αθήνα 2009

Joasaph of Dionysiou monastery (†1866), 
In Giving Birth, You Preserved Your Virginity, First Tone
Dismissal Hymn of the Dormition of the More-than-Holy Theotokos, sung as a mathema.
Chanting: The Byzantine Choir "Tropos", Choir Master: Constantinos Angelidis
From the CD: The Theotokos of Athos. Athens 2009

Ευγένιος αρχιμ. Δάγκου (Ξηροποταμηνός) (1821-1876) / Eugenios archim. of Dangou (of Xeropotamou monastery) (1821-1876)

Ο αρχιμανδρίτης Ευγένιος Δάγκου (Ξηροποταμηνός), κατά κόσμον Ευστάθιος Σουροβήλος ή Σουρούβιλος, γεννήθηκε στο Προμύρι της Μαγνησίας το 1821. Ήταν ένας απ' τους πολλούς Προμυριώτες μοναχούς, σύγχρονος του αρχιμ. Παΐσιου Προμυριώτη, επίσης Ξηροποταμηνού.
Το 1837 έρχεται στο Άγιον Όρος μαζί με τον συμπατριώτη του Νικόλαο Κουντούλη, μετέπειτα αρχιμανδρίτη Ναθαναήλ Ξηροποταμηνό (†1896), ως υποτακτικός στον ηγούμενο της μονής Ξηροποτάμου Διονύσιο Αγιομαμίτη, όπου στη συνέχεια χειροτονήθηκε διάκονος. Το 1840 πήγε στη Θεσσαλονίκη, ακολουθώντας τον Διονύσιο που έγινε Γενικός Επίτροπος του Αγίου Όρους.

Στη Θεσσαλονίκη στα δύο χρόνια που έμεινε ο Ευγένιος, παρακολούθησε μαθήματα σε κάποιον Αστέριο. Στη συνέχεια ο γέροντάς του πηγαίνει στην Κωνσταντινούπολη και ακολουθώντας τον μένει εκεί μια 4ετία παρακολουθώντας μαθήματα ως το 1846. Σε ηλικία 25 ετών χειροτονήθηκε αρχιμανδρίτης. 
Κατόπιν επέστρεψε στην μονή Ξηροποτάμου προγραμματίζοντας τις σπουδές του για τα επόμενα χρόνια στην Ευρώπη. Τον Αύγουστο του 1847 όταν παύθηκε ο ηγούμενος της μονής Δάγκου Άνθιμος Χαριουπόλεως, κλήθηκε να αναλάβει την ηγουμενία της. 

Μεθόδιος ιερομ. Ηλιουπολίτης (Σιμωνοπετρίτης) (1841-1917/20) / Methodios hieromonk from Helioupolis (of Simonopetra monastery) (1841-1917/20)

Ο ιερομόναχος Μεθόδιος γεννήθηκε το 1841 στο Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας, τις αρχαίες Τράλλεις ή, κατά την βυζαντινή της ονομασία, Ηλιούπολη. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του και την εκμάθηση πολλών ξένων γλωσσών, σε ηλικία 19 ετών (Νοέμβριος 1860) πήγε στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους.

Καθότι από παιδί ήθελε να μονάσει, συνέχισε το προσκύνημά του στο Άγιον Όρος και προσήλθε ως δόκιμος στη Σιμωνόπετρα, όπου τότε ηγούμενος ήταν ο αρχιμ. Νεόφυτος Μολάκας (1861-1906). Εκεί εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός (10 Ιουνίου 1862). 

Μετά από τρία χρόνια αναχώρησε από τη Σιμωνόπετρα και εγκαταστάθηκε στη γειτονική μονή Ξηροποτάμου (Οκτώβριος 1864), όπου έμεινε επί μία δεκαετία. Το 1874 επανήλθε στη Σιμωνόπετρα.

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2020

Θεωνάς ιερομ. Σιμωνοπετρίτης (τέλη 17ου-μέσα 18ου αι.) / Theonas hieromonk of Simonopetra monastery (late 17th c.-mid 18th c.)

Ο μεταβυζαντινός μελουργός Θεωνάς, αγιορείτης ιερομόναχος από την μονή Σιμωνόπετρας του Αγίου Όρους -εξ ου και Σιμωνοπετρίτης ή Σιμωπετρίτης- είναι από τους λιγότερο γνωστούς εκπροσώπους της αγιορειτικής ψαλτικής παράδοσης του 18ου αι. 

Στις χειρόγραφες μουσικές πηγές δηλώνεται πότε απλώς ως «Θεωνάς ιερομόναχος» [Μουσικές Ανθολογίες των συλλογών Γρηγορίου αρ. χφ 43 (47), α´ μισό του 18ου αι. - Παντελεήμονος αρ. χφ 969, φ. 143α, γραμμένη περί τα έτη 1730-50 - Παντελεήμονος αρ. χφ 983, φ. 177α-186α, μέσα του 18ου αι. - Κουτλουμουσίου αρ. χφ 630, φ. 298β, μέσα του 18ου αι. - Ξηροποτάμου αρ. χφ 380, φ. 304α και 320β, ολοκληρωμένη το έτος 1759 - Δοχειαρίου αρ. χφ 376, φ. 232β-240α, του 18ου αι.] και πότε ως «Θεωνάς ιερομόναχος Σίμωνος Πέτρας» (στην Ανθολογία Δοχειαρίου αρ. χφ 376, φ. 196β) ή και «Θεωνάς ιερομόναχος σιμωπετριώτης αγιορείτης» (στην Ανθολογία Μεγίστης Λαύρας αρ. χφ 1475, φ. 323α· βλ. σχετικώς Καραγκούνης, Η παράδοση και εξήγηση του μέλους των Χερουβικών της βυζαντινής και μεταβυζαντινής μελοποιίας, σ. 441-443)